Του Γιάννου Ευπραξιάδη
Με αφορμή το άρθρο του διατροφολόγου κυρίου Ανδρέα Ζουρδού “Γιατί δεν είμαι χορτοφάγος” θα προσπαθήσω να εξηγήσω τους λόγους για τους οποίους τα επιχειρήματα που παρατίθενται δεν είναι ικανά να πείσουν κάποιον που θέλει να ακολουθήσει μια πιο υγιεινή και ταυτόχρονα πιο ηθική/συμπονετική αλλά και πιο φιλική προς το περιβάλλον διατροφή.
Καταρχάς ας μιλήσουμε για τους λόγους για τους οποίους γίνεται κάποιος χορτοφάγος. Σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει ο κ. Ζουρδός ο περισσότερος κόσμος δεν έχει ως έμπνευση ούτε τον Πυθαγόρα, ούτε τον John Harvey Kellog όταν έπαψε να τρώει κρέας. Το έκανε γιατί συνειδητοποίησε ότι δεν υπάρχει ανάγκη να σκοτώνει ζώα προκειμένου να ζήσει. Όσοι γίνονται χορτοφάγοι γίνονται επειδή πιστεύουν ότι κακοποίηση πλασμάτων που νιώθουν φόβο και πόνο ακριβώς όπως ο άνθρωπος είναι κάτι αναίτιο. Όχι επειδή τους επηρρέασε κάποιος παρανοϊκός γιατρός που γεννήθηκε το 1852 και δεν τον έχουν ακούσει ποτέ.
Αν και είναι αλήθεια ότι η China Study έχει αρκετές αδυναμίες, δεν είναι η μόνη έρευνα που δείχνει ότι οι χορτοφαγικές δίαιτες συνδέονται με σημαντικά οφέλη για την υγεία. Η πιο γνωστή είναι η έρευνα που έγινε σε 73.308 άτομα από το 2002 - 2007 και έδειξε ότι οι χορτοφάγοι έχουν πολύ καλύτερη υγεία και λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν από οποιοδήποτε λόγο σε σχέση με τους παμφάγους.
Δεν είναι η μόνη όμως:
Έρευνα στην Βρετανία σε 61.566 άτομα που διήρκησε περισσότερα από 12 χρόνια έδειξε ότι οι χορτοφάγοι έχουν λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν καρκίνο από τους παμφάγους.
Επίσης έρευνες σε ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο και Γερμανία με συνολικά 76.172 συμμετέχοντες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι χορτοφάγοι έχουν μικρότερο κίνδυνο από ισχαιμικό καρδιακό επεισόδιο σε σχέση με όσους τρώνε κρέας.
Αντιστοίχως μελέτη σε 25.698 άτομα που διήρκησε 21 χρόνια δείχνει ότι οι χορτοφαγικές δίαιτες ενδέχεται να μειώνουν τον κίνδυνο διαβήτη.
Σε αντίστοιχα συμπεράσματα καταλήγουν και πολλές άλλες έρευνες:
-Mortality pattern of German vegetarians after 11 years of follow-up
-Risk of hospitalization or death from ischemic heart disease among British vegetarians and nonvegetarians: results from the EPIC-Oxford cohort study
-Vegetarian Diets and the Incidence of Cancer in a Low-risk Population
-Health Implications of a Vegetarian Diet
-Cardiovascular Disease Mortality and Cancer Incidence in Vegetarians: A Meta-Analysis and Systematic Review
-Vegetarian Dietary Patterns Are Associated With a Lower Risk of Metabolic Syndrome
-Type of Vegetarian Diet, Body Weight, and Prevalence of Type 2 Diabetes
-Vegetarian and vegan diets in type 2 diabetes management
-The health advantage of a vegan diet: exploring the gut microbiota connection
- The Oxford Vegetarian Study: an overview
Αναρωτιέται κανείς αν ένας διατροφολόγος αγνοεί τις παραπάνω έρευνες. Ή, αν δεν τις αγνοεί, γιατί επιλέγει να μην αναφερθεί σε αυτές αλλά στέκεται μόνο σε εκείνες οι οποίες έχουν μεθοδολογικά προβλήματα.
Θα μπορούσε βέβαια κάποιος να υποστηρίξει ότι οι έρευνες αυτές δεν αποδεικνύουν ότι το αίτιο της καλύτερης υγείας των χορτοφάγων είναι η διατροφή τους. Ότι και άλλοι παράγοντες όπως για παράδειγμα ότι ενδέχεται να μην καπνίζουν και να κάνουν πιο υγιεινή ζωή, ήταν αυτοί που επηρέασαν τα αποτελέσματα. Στην πραγματικότητα όμως οι ερευνητές ζύγισαν και τις συγκεκριμένες παραμέτρους (adjustment for age, sex, and smoking) πρωτού καταλήξουν στα συγκεκριμένα συμπεράσματα.
Πρέπει να παραδεχτούμε φυσικά ότι οι έρευνες αυτές δεν αποδεικνύουν ότι κάποιος είναι πιο υγιής και έχει λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσει καρκίνο επειδή είναι χορτοφάγος. Συσχέτιση δεν σημαίνει απαραιτήτως σχέση αιτίας αποτελέσματος (χωρίς να είναι και κάτι που αποκλείεται όμως). Κάνουν όμως προφανές ότι το να είσαι χορτοφάγος δεν είναι κατι που θα σου δημιουργήσει προβλήματα υγείας. Κάθε άλλο!
Είναι εξάλλου γενικώς παραδεκτό ότι οι χορτοφάγοι είναι πιο αδύνατοι, έχουν λιγότερη χοληστερόλη και πίεση και μειωμένο κίνδυνο καρδιοπάθειας.
Αφού όμως δείξαμε ότι οι χορτοφάγοι έχουν κατά κανόνα καλύτερη υγεία από τους παμφάγους ας μιλήσουμε και για την Β12. Είναι άλλωστε και το αγαπημένο θέμα όσων εναντιώνονται σε μια χορτοφαγική διατροφή.
Είναι αναμφίβολα αλήθεια ότι η έλλειψη βιταμίνης Β12 μπορεί να δημιουργήσει σημαντικότατα προβλήματα υγείας. Όπως όμως όφειλε να γνωρίζει ένας διατροφολόγος, η έλλειψη της Β12 συνδέεται περισσότερο με την δυνατότητα απορρόφησης της από τον οργανισμό μας και λιγότερο με το αν τρώμε κρέας.
Αυτός είναι και ο λόγος άλλωστε που μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού χαρακτηρίζονται από έλλειψη Β12 παρόλο που δεν είναι χορτοφάγοι. Δείτε εδώ, εδώ και εδώ.
Η κατανάλωση κρέατος συνεπώς και ζωικών προϊόντων δεν προφυλάσσει από την έλλειψη Β12. Αντιθέτως όλοι σχεδόν, είτε τρώμε κρέας ή όχι, ενδέχεται να την χρειαζόμαστε ως συμπλήρωμα.
Εξάλλου και τα ζώα που τρώει κάποιος την Β12 από συμπληρώματα την έχουν πάρει. Η βιομηχανική κτηνοτροφία δεν δίνει τις καλύτερες δυνατές τροφές στα ζώα που εκτρέφει καθώς κάτι τέτοιο θα αύξανε το κόστος παραγωγής. Αυτό έχει ως συνέπεια να ζώα να μην μπορούν να παραγάγουν μόνα τους Β12 (και άλλες βιταμίνες) και να πρέπει να τους χορηγούνται ως συμπληρώματα. Οπότε η Β12 που λαμβάνει κάποιος παμφάγος από το κρέας προέρχεται από τα συμπληρώματα που δόθηκαν στο ζώο. Για λεπτομέρειες δείτε εδώ, εδώ, εδώ, εδώ και εδώ.
Οπότε τι μας προτείνει ο κ. Ζουρδός; Να ψάχνουμε να βρούμε ποιες βιομηχανίες δίνουν αρκετά συμπληρώματα στα ζώα που εκτρέφουν και στη συνέχεια να ελπίσουμε ότι τα πρόσθετα αυτά θα μπορέσουν να απορροφηθούν από τον οργανισμό μας;
Ας εξετάσουμε όμως και τις έρευνες που παραθέτει και που “αποδεικνύουν” τους κινδύνους της χορτοφαγικής διατροφής.
Ας ξεκινήσουμε από την έρευνα που δείχνει ότι η χορτοφαγική διατροφή μπορεί να μειώσει την παραγωγή κολλαγόνου στις γυναίκες. Όπως διαβάζουμε στη μελέτη, τα συμπεράσματα της είχαν να κάνουν με την αναλογία υδατανθράκων - πρωτεϊνών - λιπών στην διατροφή των ατόμων που συμμετείχαν σε αυτην. Σύμφωνα με τους ερευνητές το υψηλό ποσοστό υδατανθράκων φαίνεται να δημιουργεί προβλήματα στην σύνθεση κολλαγόνου από τον οργανισμό.
Καταρχάς, όπως ελπίζουμε ότι θα γνωρίζει ένας διατροφολόγος, δεν είναι όλοι οι υδατάνθρακες ίδιοι. Έχει μεγάλη διαφορά ο υδατάνθρακας που θα πάρει κάποιος από μια τροφή όπως το φαγόπυρο ή τα ρεβύθια με τον επεξεργασμένο υδατάνθρακα που υπάρχει στο λευκό αλεύρι σίτου ή την ζάχαρη.
Η έρευνα όμως δεν διευκρινίζει για ποια κατηγορία υδατανθράκων μιλάμε γεγονός που δεν μας επιτρέπει να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα. Ας υποθέσουμε όμως ότι δεν υπάρχει διαχωρισμός και ότι όλοι οι υδατάνθρακες δημιουργούν τα ίδια προβλήματα. Όπως ήδη εξηγήσαμε, το πρόβλημα δεν προέρχεται από την χορτοφαγική διατροφή αλλά από την αναλογία των υδατανθράκων σε αυτήν.
Τι εμποδίζει έναν χορτοφάγο να μεταβάλλει τα ποσοστά αυτά και να αυξήσει τα υγιεινά λίπη και τις φυτικές πρωτεΐνες που λαμβάνει μειώνοντας ταυτόχρονα τους υδατάνθρακες; Τίποτα προφανώς.
Έχει ενδιαφέρον επίσης ότι η έρευνα στην οποία παραπέμπει ο κ. Ζουρδός προκειμένου να καταδείξει τα δεινά της χορτοφαγίας ξεκινά με την φράση
"Είναι γενικώς παραδεκτό ότι οι χορτοφαγικές δίαιτες μπορεί να μειώνουν τον κίνδυνο καρκίνου και ασθενειών που σχετίζονται με την ηλικία" (It is well established that a vegetarian diet may lower the risk of cancer and age-associated diseases).
Ας πάμε τώρα στην δεύτερη έρευνα που έγινε σε παιδιά που οι γονείς τους τα είχαν να ακολουθούν χορτοφαγικές διατροφές και στα οποία παρατηρήθηκαν χαμηλά επίπεδα των βιταμινών Ε και D. Καταρχάς ο κ. Ζουρδός μάλλον δεν διάβασε προσεκτικά τη μελέτη καθώς, αν το έκανε, θα διαπίστωνε ότι ξεκινά και αυτή με την φράση:
"Οι χορτοφαγικές δίαιτες βελτιώνουν την υγεία και μειώνουν την πιθανότητα εμφάνισης χρόνιων ασθενειών" (Vegetarian diets are considered to promote health and reduce the risk of some chronic diseases).
Επίσης ενώ αναφέρει τα χαμηλά επίπεδα των βιταμινών Ε και D που πράγματι εντόπισε η έρευνα, παραβλέπει;;; ότι σε φυλλικό οξύ και βιταμίνη Α τα επίπεδα ήταν υψηλότερα στους χορτοφάγους.
Σε κάθε περίπτωση, αν ανησυχεί τόσο πολύ για τα επίπεδα βιταμίνης D και Ε στην περίπτωση που γίνει χορτοφάγος, υπάρχει λύση: Για την βιταμίνη Ε αρκεί να προσθέσει λίγα αμύγδαλα και ηλιόσπορο στην διατροφή του. Για την D το μόνο που χρειάζεται να κάνει είναι κάθεται μερικά λεπτά στον ήλιο κάθε ημέρα και θα την παράγει μόνος του ο οργανισμός του.
Στα περισσότερα από τα υπόλοιπα παραδείγματα δεν χρειάζεται καν να αναφερθούμε γιατί αφορούν μεμονωμένα άτομα και δεν έχουν καμιά στατιστική βάση:
- “ένας διαβητικός τύπου Ι”,
- “για έναν Ιταλό 57 ετών”,
- “ένας φρουτοφάγος”, (έχει ενδιαφέρον βέβαια ότι οι φρουτοφάγοι είναι μια πολύ μικρή υποομάδα των χορτοφάγων και οπωσδήποτε μη αντιπροσωπευτική)
- “ένα μωρό 5 μηνών”,
- “Μια άλλη μητέρα”
Ή μάλλον έχουν στατιστική βάση. Δείχνουν ότι από τα εκατομμύρια χορτοφάγων ανά τον κόσμο, πρέπει να ψάξεις για να βρεις 5 περιστατικά ανθρώπων που είχαν πρόβλημα λόγω της χορτοφαγικής διατροφής.
Σε μία από τις υπόλοιπες έρευνες που παραθέτει ο κ. Ζουρδός φαίνεται να μην κατανοεί την διαφορά μεταξύ χορτοφαγίας και έλλειψης Β12.
Συγκεκριμένα αναφέρει ότι
“Σύμφωνα με μία ιδιαίτερα πρόσφατη ανασκόπηση της βιβλιογραφίας, η χορτοφαγία μπορεί να αυξήσει το ρίσκο για επιδείνωση της πνευματικής λειτουργίας.”
όταν η έρευνα στην οποία παραπέμπει έχει τίτλο “Cognitive impairment and vitamin B12”.
Το ίδιο συμβαίνει όμως και με την σύνδεση της χορτοφαγίας με καρδιοπάθειες. Η έλλειψη Β12 συνδέεται με καρδιοπάθειες όχι η χορτοφαγία. Ήδη επισημάναμε άλλωστε ότι έλλειψη Β12 παρουσιάζουν και πολλοί παμφάγοι. Είναι περίεργο που ο κ. Ζουρδός το αγνοεί.
Παρεμπιπτόντως, δύο τουλάχιστον έρευνες δείχνουν ότι οι χορτοφαγικές δίαιτες είναι ευεργετικές για την καρδιά:
-A way to reverse coronary artery disease?
-Plant-based foods and prevention of cardiovascular disease.
Επίσης Nutritional Update for Physicians: Plant-Based Diets.
Ας δούμε τώρα την έρευνα που δείχνει ότι έδειξε πως η χορτοφαγία μπορεί να προκαλέσει υποσιτισμό (σε μη κλινικό επίπεδο), υψηλά επίπεδα ομοκυστείνης (συσχετίζονται με καρδιοπάθεια) και να προκαλέσει την εναπόθεση πλάκας στα αγγεία.
Η έρευνα έγινε σε συνολικά 39 άτομα στην περιοχή Σαχέλ του Τσαντ. Πρόκειται για μια περιοχή όπου οι άνθρωποι ενίοτε στηρίζονται στην ανθρωπιστική βοήθεια για να επιβιώσουν καθώς μαστίζεται από λιμούς.
Τι συμπέρασμα για την χορτοφαγία, ή οποιαδήποτε άλλη διατροφή, μπορείς να βγάλεις από ανθρώπους που υποσιτίζονται και είναι χορτοφάγοι αναγκαστικά επειδή με δυσκολία βρίσκουν ένα κομμάτι ψωμί; Είμαστε σοβαροί; Αυτό πρέπει να λάβει κανείς υπόψη του για να απορρίψει την χορτοφαγία; Σε τελική ανάλυση, γιατί δεν επαναλαμβάνουν την μελέτη με μη υποσιτισμένα άτομα στην Ευρώπη ώστε να επιβεβαιώσουν το συμπέρασμα;
Συνεχίζουμε με την έρευνα που υποτίθεται πώς δείχνει ότι οι ηλικιωμένες γυναίκες που ακολουθούσαν χορτοφαγική δίαιτα είχαν μεγαλύτερη απώλεια οστικής πυκνότητας σε σχέση με όσες έτρωγαν κρέας (στην οποία δεν υπάρχει παραπομπή αλλά ούτε και κάποιο άλλο στοιχείο) και στη συνέχεια υποστηρίζει ότι στα ίδια συμπεράσματα έχει καταλήξει και μια έρευνα στην οποία υπάρχει παραπομπή. Επισημαίνει μάλιστα ότι “αυτό δεν είναι έκπληξη γιατί τα κόκαλα χρειάζονται πρωτεΐνη και ασβέστιο”. (έμφαση στο πρωτότυπο).
Καταρχάς έχει ενδιαφέρον ότι ο κ. Ζουρδός μας εξηγεί γιατί δεν είναι χορτοφάγος παραπέμποντας σε μια ακόμη έρευνα που ξεκινά με την φράση
“Τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι μια δίαιτα με πολλά φρούτα και λαχανικά κάνει καλό στην υγεία των οστών” (Evidence suggesting that a diet high in fruits and vegetables may be beneficial to bone health).
Ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον όμως έχει το συμπέρασμα της εν λόγω έρευνας:
“Το συμπέρασμα ότι η αυξημένη κατανάλωση τροφών υψηλών σε πρωτεΐνη συνδέεται με μειωμένα κατάγματα καρπών υποστηρίζει την σημασία της επάρκειας πρωτεϊνών για την υγεία των οστών. Η ομοιότητα στην μείωση του κινδύνου για κάταγμα ανάμεσα σε φυτικές και ζωικές πρωτεΐνες δείχνει ότι μπορεί η πρόσληψη επαρκούς ποσότητας πρωτεϊνών είναι εφικτή και σε χορτοφαγικές δίαιτες”. (The finding that higher consumption frequencies of foods rich in protein were associated with reduced WF supports the importance of adequate protein for bone health. The similarity in risk reduction by vegetable protein foods compared with meat intake suggests that adequate protein intake is attainable in a vegetarian diet.) - έμφαση δική μου.
Τι να πρωτοσχολιάσει κανείς… Το γεγονός ότι ένας διατροφολόγος δεν γνωρίζει ότι δεν έχει μόνο το κρέας πρωτεΐνες; Ότι δεν έχει ακούσει ότι τροφές όπως τα αμύγδαλα ή το μπρόκολο έχουν άφθονο ασβέστιο; Ή μήπως ότι για να μας εξηγήσει γιατί δεν είναι χορτοφάγος παραπέμπει σε μια έρευνα που τονίζει ότι “η πρόσληψη επαρκούς ποσότητας πρωτεϊνών είναι εφικτή και σε χορτοφαγικές δίαιτες”.
Και εντάξει, ας πούμε ότι ο άνθρωπος δεν γνωρίζει ότι υπάρχουν και φυτικές πρωτεΐνες. Μπορεί να έκανε εκείνη την ημέρα κοπάνα στο μάθημα. Ανθρώπινο είναι. Δεν θα μπορούσε τουλάχιστον να διαβάσει την έρευνα στην οποία ο ίδιος παραπέμπει και να ενημερωθεί σχετικά;
Σε κάθε περίπτωση ο κ. Ζουρδός φέρνει στην επιφάνεια κάτι που είναι αλήθεια. Ότι όπως όλοι οι άνθρωποι, έτσι και οι χορτοφάγοι αν δεν έχουν επαρκή ποικιλία τροφών θα έχουν οπωσδήποτε προβλήματα στην υγεία τους. Αν για παράδειγμα λαμβάνουν μεγάλο μέρος των θερμίδων τους από κακής ποιότητας υδατάνθρακες και τρανς λιπαρά. Μπορεί τα προβλήματα αυτά να είναι λιγότερα από εκείνα που θα έχει ο μέσος παμφάγος, αλλά δεν σημαίνει ότι είναι ασήμαντα.
Το ότι και πολλοί παμφάγοι έχουν τις ίδιες ή σοβαρότερες ελλείψεις, δεν είναι ούτε δικαιολογία ούτε άλλοθι. Όπως κάθε άνθρωπος, έτσι και οι χορτοφάγοι πρέπει να έχουν ποικιλία στην διατροφή τους και να κάνουν τις ιατρικές εξετάσεις που προβλέπονται για την ηλικία και το φύλο τους. Επιπλέον θα πρέπει να ελέγχουν αν οι τροφές τους περιέχουν Β12 και τις υπόλοιπες βιταμίνες που χρειάζονται. Κατά κανόνα τα δημητριακά που τρώμε για πρωινό και τα φυτικά γάλατα περιέχουν B12 και τις απαραίτητες για τον οργανισμό βιταμίνες σε επαρκείς ποσότητες. Αν όμως αυτό δεν συμβαίνει, θα πρέπει να τις παίρνουν από συμπληρώματα. Διαφορετικά θα έχουν σημαντικά προβλήματα υγείας και δεν θα τους φταίει κανείς άλλος εκτός από τον εαυτό τους.
Για να μην έχετε πάντως την παραμικρή αμφιβολία για το κατά πόσον μια χορτοφαγική δίαιτα μπορεί να καλύψει πλήρως τις διατροφικές σας ανάγκες, διαβάστε τι έχει να πει η American Dietetic Association η μακροβιότερη, μεγαλύτερη και κορυφαία αρχή δίαιτας και διατροφής, για το θέμα:
Η Αμερικανική Εταιρεία Διαιτολογίας (American Dietetic Association, ADA) εξέδωσε την τελευταία επίσημη θέση σε ότι αφορά τις χορτοφαγικές (vegetarian) και τις αποκλειστικά χορτοφαγικές (vegan) δίαιτες.
Το πρώτο συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως μια τέτοια διατροφή είναι υγιεινή, διατροφικά επαρκής και μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη και θεραπεία αρκετών ασθενειών, εάν είναι καλά σχεδιασμένη. Υπό αυτό το πρίσμα, μια χορτοφαγική δίαιτα (vegetarian) κρίνεται κατάλληλη για όλες τις ηλικίες και ιδιαιτερότητες σε ένα πληθυσμό, περιλαμβάνοντας την περίοδο της κύησης, γαλουχίας, προχωρημένης βρεφικής ηλικίας, σχολικής ηλικίας, εφηβείας, ακόμα και για τους αθλητές.
Μια χορτοφαγική διατροφή ορίζεται ως αυτή που δεν περιλαμβάνει το κρέας (συμπεριλαμβανομένων των πτηνών) ή τα θαλασσινά, ή τα προϊόντα που περιέχουν αυτά τα τρόφιμα. Η παρούσα επίσημη θέση αναθεωρεί τα τρέχοντα στοιχεία για βασικές θρεπτικές ουσίες που -θεωρητικά- εκλείπουν στους χορτοφάγους, δηλαδή σε ότι αφορά στην πρωτεΐνη, τα ω-3 λιπαρά οξέα, το σίδηρο, τον ψευδάργυρο, το ιώδιο, το ασβέστιο, και τις βιταμίνες D και B12.
Μια χορτοφαγική λοιπόν διατροφή μπορεί να καλύψει τις τρέχουσες συστάσεις για τις παραπάνω θρεπτικές ουσίες.
Σε μερικές περιπτώσεις βέβαια, τα συμπληρώματα ή τα ενισχυμένα τρόφιμα μπορούν να παρέχουν τις χρήσιμες ποσότητες βασικών θρεπτικών ουσιών, όταν η δίαιτα αυτή δεν είναι καλά σχεδιασμένη. Ακόμα, μια εμπεριστατωμένη αναθεώρηση έδειξε ότι οι χορτοφαγικές δίαιτες μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες της εγκυμοσύνης και μάλιστα, να συμβάλουν στην υγεία της μητέρας και του βρέφους.
Επιπλέον φάνηκε πως μια χορτοφαγική διατροφή συνδέεται με χαμηλότερο κίνδυνο του θανάτου από ισχαιμικές καρδιακές παθήσεις.
Οι χορτοφάγοι εμφανίζονται επίσης να έχουν χαμηλότερα επίπεδα ‘κακής’ χοληστερόλης (LDL), χαμηλότερη πίεση αίματος και χαμηλότερα ποσοστά υπέρτασης και περιστατικών διαβήτη τύπου 2, από ότι οι μη χορτοφάγοι. Επιπλέον, οι χορτοφάγοι τείνουν να έχουν έναν χαμηλότερο δείκτη μάζας σώματος (ΒΜΙ) και χαμηλότερο ρίσκο εμφάνισης καρκίνου.
Σε κάθε περίπτωση όμως, κρίνεται απαραίτητη η αξιολόγηση της διαιτητικής επάρκειας μιας χορτοφαγικής δίαιτας, ώστε αυτή να μην οδηγήσει σε βασικές ελλείψεις και αντίθετα αποτελέσματα.
Και, πέρα από αυτό, οι ειδικοί υγείας και διατροφής πρέπει να διαδραματίσουν βασικό ρόλο στην εκπαίδευση των χορτοφάγων για τις πηγές συγκεκριμένων θρεπτικών ουσιών, αγοράς και προετοιμασίας τροφίμων και διαιτητικών τροποποιήσεων για μια βέλτιστη χορτοφαγική διατροφή. http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/12778049
It is the position of the American Dietetic Association and Dietitians of Canada that appropriately planned vegetarian diets are healthful, nutritionally adequate, and provide health benefits in the prevention and treatment of certain diseases. Approximately 2.5% of adults in the United States and 4% of adults in Canada follow vegetarian diets. A vegetarian diet is defined as one that does not include meat, fish, or fowl. Interest in vegetarianism appears to be increasing, with many restaurants and college foodservices offering vegetarian meals routinely. Substantial growth in sales of foods attractive to vegetarians has occurred, and these foods appear in many supermarkets. This position paper reviews the current scientific data related to key nutrients for vegetarians, including protein, iron, zinc, calcium, vitamin D, riboflavin, vitamin B-12, vitamin A, n-3 fatty acids, and iodine. A vegetarian, including vegan, diet can meet current recommendations for all of these nutrients. In some cases, use of fortified foods or supplements can be helpful in meeting recommendations for individual nutrients. Well-planned vegan and other types of vegetarian diets are appropriate for all stages of the life cycle, including during pregnancy, lactation, infancy, childhood, and adolescence. Vegetarian diets offer a number of nutritional benefits, including lower levels of saturated fat, cholesterol, and animal protein as well as higher levels of carbohydrates, fiber, magnesium, potassium, folate, and antioxidants such as vitamins C and E and phytochemicals. Vegetarians have been reported to have lower body mass indices than nonvegetarians, as well as lower rates of death from ischemic heart disease; vegetarians also show lower blood cholesterol levels; lower blood pressure; and lower rates of hypertension, type 2 diabetes, and prostate and colon cancer. Although a number of federally funded and institutional feeding programs can accommodate vegetarians, few have foods suitable for vegans at this time. Because of the variability of dietary practices among vegetarians, individual assessment of dietary intakes of vegetarians is required. Dietetics professionals have a responsibility to support and encourage those who express an interest in consuming a vegetarian diet. They can play key roles in educating vegetarian clients about food sources of specific nutrients, food purchase and preparation, and any dietary modifications that may be necessary to meet individual needs. Menu planning for vegetarians can be simplified by use of a food guide that specifies food groups and serving sizes. - http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/12778049
{fcomment width=600 mail_to=Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.}